Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

50 χρόνια από την αποφοίτηση μου από το Β' 6τάξιο Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης (νυν 2ο ΓΕΛ)

 

Ραψωδία[1] σε ιαμβικό 15σύλλαβο (ομοιοκατάληκτο ζευγαρωτό)

50 χρόνια μετά την αποφοίτηση από το Β’ Αρρένων Θεσσαλονίκης

 

Μία έμμετρη προσπάθεια καταγραφής των 6 μαθητικών μας χρόνων

και της περιρρέουσας ατμόσφαιρας της συγκλονιστικής εποχής 1963-1969

 

 

Του Γιώργου Συνεφάκη[2]

Του πάλαι ποτέ απουσιολόγου στο Τμήμα του Στ3/1969 και νυν παρουσιολόγου μηνιαίως στο ουζερί της Λόλας

 

 

1969 και με καρδούλα κρύα

48 Αρχοντόπουλα[3] του Στ΄ του 3

Την κάναν από το Δεύτερο μετά από 6 χρόνια

Που γιά πολλούς τους φάνηκε σαν νά ’τανε αιώνια

 

Κι άλλοι καμιά κατοσταριά, περίπου κάπου τόσοι

Πήραν κι αυτοί εξάχρονη των γνώσεων μιά δόση

Του 1 και 2 Στ΄, κι αυτοί καλά παιδάκια

Κι όλοι μαζί κουνήσανε κάτι άσπρα μαντηλάκια

 

Στο ηρωικό Σχολείο τους ως παίδες εν καμίνω

Σε δρόμο που ‘χει όνομα τον διάσημο Ικτίνο

6 χρονάκια κάθισαν στα ξύλινα θρανία

Περίσσευαν τα εξάωρα, κόπωση αλλά κι ανία

 

Τρεις σε θρανία διθέσια τους είχανε στοιβάξει

Γιά τρεις χρονιές ολόκληρες, μέχρι την Γ’ τάξη

Χαώδης η κατάσταση, σωστό τρελλοκομείο

Αργότερα αραιώσανε, καθόταν δύο-δύο

 

Διότι τότε κοβότανε, αν δεν είχαν περάσει

Σε δύο απ’ τα πρωτεύοντα, χωρίς να πιάσουν βάση

Σε δύο δευτερεύοντα ως μετεξεταστέοι

Πάλι Σεπτέμβρη κρίνονταν αν θα ΄ταν προακτέοι

 

Τρεις μέρες ήταν πρωινοί, απόγευμα τις άλλες

Εξάωρα κι επτάωρα, πλήθος οι παραζάλες

Και χιαστί ωράρια με το Δ’ Θηλέων

Κοπάνες και αποβολές, πάντα υπέρ το δέον

Στην καθαρεύουσα έγραφαν, γεμάτη από δασείες

Τους πρήζανε με κλητικές, βαρείες κι οξείες

Με δοτικές που θέλανε και υπογεγραμμένη

Και με ρημάτων λήγουσες με την περισπωμένη

 

Μάθανε Μαθηματικά και Φυσικοχημείες

Λατινικά και Όμηρο, της γνώσης τις μαγείες

Αρχαία, άνδρα μοι έννεπε και λέλυκα ελελύκειν

Και Ηθικήν τρομάρα τους και διά την Θείαν Δίκην.

 

Τρισήλιον Θεότητα μάθαν απ’ τον Πετάνη[4]

Που η εμμονή του κόντεψε όλους να μας πεθάνει

Που τα Θρησκευτικά πρωτεύοντα, ήθελε λέει να’ναι

Και μέσα μας καγχάζαμε, βρε πλάκα μάλλον θά’ναι

 

Μάθαν τί είναι άμφια και γιά Εν Τούτω Νίκα

Και γιά το ποιοί αγόρευαν στο βήμα εκεί στην Πνύκα

Μάθαν πως βάση συν οξύ, άλας και ύδωρ δίνει

Μάθαν κι ολοκληρώματα που φέρναν σκοτοδίνη

 

Παρέλαση και προσευχές και κωδωνοκρουσίες

Με το στανιό εκκλησιασμό και κάργα απουσίες

Ωστόσο δέσιμο γερό, πακτώσανε φιλίες

Κρατήσανε τα μπόσικα, παρά τις ανοησίες

 

Του Μπούγιου[5] παραγγέλματα και εφ’ ενός στοιχίσεις

Και Αγωγή Σωματική και δίωρες ασκήσεις

Και κάμψεις των γονάτων κι εναλλάξ αιωρήσεις

Τα χέρια στην ανάταση και δέκα καθιζήσεις

 

Μάθανε και τα ελελέφ, θούριους και τσιτάτα

Παιάνες, καλαματιανό και των εχθρών φουσάτα

Για λίβες που καίνε τα σπαρτά κι Ελλάδα παινεμένη

Και τσάμικο παπαΛάμπραινα, που πέθανε η καημένη

 

Ο Πραπαβέσης[6] έψελνε Regina rosas amat

Και δώστου και Agricola silvam et umbram amat

Κι εμείς παπαγαλίζαμε με προφορά Λατίνου

De jure ως πειθόμενοι τοις ρήμασι εκείνου

 

Στο μεταξύ πλακώσανε τρεις συνταγματαρχαίοι

Αρχαία σκουριά μας φύτεψαν ένστολοι αρουραίοι

Γεμίσαν μ’ εμβατήρια, παιάνες, παρελάσεις

Στο Μακρονήσι διακοπές και ο Γεροθανάσης[7]

 

Πήγανε και μια εκδρομή στην 6η Γυμνασίου

Στο τέλος καταλήξανε στην πόλη του Ναυπλίου

Εκεί στα πράσα πιάστηκαν εντός χαμαιτυπείου

Πέσαν χοντρές αποβολές, δίκην επιτιμίου

 

Κι ο χρόνος ο ελεύθερος, εκτός φροντιστηρίων

Εύρισκε κάποιους απ’ αυτούς εντός σφαιριστηρίων

Παύλου Μελά και Αετός, πινγκ-πονγκ, ποδοσφαιράκι

Πορτοκαλάδες, σάντουϊτς και κάνα τσιγαράκι

 

‘Αλλοι Αργώ πηγαίνανε και άλλοι σινεμαδάκι

Άλλοι σε οίκους ανοχής, αν είχαν παραδάκι

Άλλοι παρτάκια στήνανε και πίναν βερμουτάκι

Κι από τα κοριτσόπουλα, κλέβαν κανά φιλάκι

 

Και μουσική ακούγανε, γιεγιέδες γαρ οι νέοι

Τους Φόρμινγκξ, τους Ολύμπιανς και Τζώννυ Χαλιντέϋ

Αλλά φούντωση και φλόγα, είχαν μέσα στην καρδιά


Όταν άκουγαν ρεμπέτη, τρίχορδη μιά δοξαριά

 

Ήταν όμως καλή γενιά, μ’ ευγένεια και ήθος

Τάχα μου τεντυμπόϋδες, που ήτανε ένας μύθος

Ολίγον ανυπάκουοι, αυτό είναι αλήθεια

Μα στις παρασπονδίες μας, υπήρχε εχεμύθεια

 

Καλοί δασκάλοι γενικώς, κάποιοι μερακλωμένοι

Άλλοι που όλο βαριότανε, άλλοι πεφωτισμένοι

Άλλοι κοντά στη σύνταξη, άλλοι αφιονισμένοι

Αλλά τους μάθαν γράμματα, καλούτσικα εν γένει

 

Και φεύγοντας καθάρισαν με Φυσική, Χημεία

Με Όμηρο, Λατινικά και με Βιολογία

Με Άλγεβρα, Θρησκευτικά και Τριγωνομετρίες

Και με Πολίτου Αγωγές και με τις Ιστορίες 

 

Ξεμπέρδεψαν με Λογική, Αρχαία, Θουκυδίδη

Τελειώσαν με Παπαναούμ[8], με Μπούγιο, με Λουτίδη[9]

Με Αντιγόνη, Οδύσσεια, με Δούτσο[10], με Λυκάκη[11]

Με Μούσες και Πολύτροπους, με Ζήση[12] και Γιαννάκη[13]

 

Είχανε και μιά λεβεντιά και μιά καλοκαρδία

Κανείς ποτέ δεν κάρφωνε, ούτε με τιμωρία

Η αλληλεγγύη έτρεχε μέσα από τα μπατζάκια

Στα ζόρια κάποιοι αντέγραφαν, μέσα απ’ τα σκονάκια

 

Ωστόσο ας μην τους αδικώ, παρά τις αντιθέσεις

Ήταν αριστοφανικοί και με καλές προθέσεις

Του Τειρεσία απόγονοι και θύματα και θύτες

Και χριστιανοί ορθόδοξοι και λίγο Ιησουΐτες

 

Και καλοκαίρι ’69, μαζί με παρεούλα

Με διαγωγή αμφίσημη, με τζίφρα και με βούλα

ένα χαρτί επίσημο τους βάλανε στο χέρι

Ξεπόρτισαν οριστικά μέσα στο καλοκαίρι

 

Δημοκρατία είχανε στην Πρώτη Γυμνασίου

Με χούντα η παραλαβή του απολυτηρίου

Κι αφού το διακορεύσανε της γνώσης το αιδοίο

Ριχτήκαν μέσα στης ζωής το αβέβαιο τοπίο

 

Κάποιοι άλλοι καθυστέρησαν, αργήσαν κάνα χρόνο

Κάποιοι το παρατράβηξαν, παίζανε πρέφα μόνο

Ξεμπέρδεψαν αργότερα με Σπύρου[14] και Ζαφάρα[15]

Τις συμβουλές καθηγητών τις κάνανε γαργάρα

 

---------------------------------------------------------------

 

Κι όλοι τους ξεχυθήκανε μέσα στην κοινωνία

Να φτιάξουνε το μέλλον τους με κάποια ανησυχία

Χαράξανε τον δρόμο τους κι ανοίξαν τα φτερά τους

Κι όλοι τους λίγο ως πολύ, ήρθαν στα συγκαλά τους.


Κάποιοι γενήκανε τρανοί, άλλοι όχι και τόσο

Μα όλοι τους ήτανε σεμνοί, δεν κάναν τον καμπόσο

Μα ποιός θα κρίνει ποιόν και πώς και με κριτήρια ποίου

Αφού όλοι τους προκόψανε στο διάβα αυτού του βίου

 

Αλλά από τότε ως σήμερα, μετά 50 χρόνια

Καμιά ντουζίνα φύγανε και πήγαν στα αιώνια

Και η Ικτίνου φτώχυνε χωρίς την ύπαρξή τους

Και τώρα εκεί που ΄ναι ψηλά, τα λένε μεταξύ τους.

 

---------------------------------------------------------------

 

Κάποιοι απ’ τους ζώντες, νοσταλγοί, του Στ’ του 3

Είπαν στα 50άχρονα να κάνουν αυτοψία

Μαζί τα 3 Τμήματα να παν’ ξανά Σχολείο

Προτού τους στείλει η ζωή ντουγρού Γηροκομείο

 

Να δουν πώς καταντήσανε μετά τόσα χρονάκια

Γιά να μετρήσουν τις κοιλιές και τ’ άτιμα παχάκια

Να δουν ζάρες στα πρόσωπα απ’ της ζωής τη δίνη

Το τριχωτόν της κεφαλής σε ποιόν έχει απομείνει

 

Να δουν φαλάκρες γυαλιστές, σώματα κουρασμένα

Να ξανασυναντήσουνε πρόσωπα ξεχασμένα

Να θυμηθούν καμιά παλιά, εφηβική πλακίτσα

Τις ζαβολιές που κάνανε στον δόλιο Λαπαβίτσα[16]

 

Παιδιά, τα πράγματ’ άλλαξαν απ’ το ‘69

Το Αρρένων έγινε μεικτό κι η βιβλιοθήκη νέα

Το Β’ έγιν’ αριθμός και ΓΕΛ το λένε τώρα

Ο Τζάρτζανος[17] απέθανε, καλή του να ‘ναι η ώρα

 

Η Ικτίνου πιά πεζόδρομος, η Ζεύξιδος[18] επίσης

Που ανάθεμα αν θυμόμαστε, ποιός ήταν αν ρωτήσεις

Τελείωσε κι η έπαρση σημαίας κάθε μέρα

Και ίσως και την προσευχή την κάναν παραπέρα

 

Κι η νέα γενιά που φτιάξαμε, μπερδεύει το άλφα-γιώτα

Το έψιλον, το ύψιλον, τ’ ωμέγα και το γιώτα

Δεν έμαθαν πώς γράφονται της γλώσσας μας τα κάλλη

Και όλα αποστήθιση, όπως οι παπαγάλοι

 

Μαγάρισαν και τη γραφή, λατινική την κάναν

βιάσανε τη χάρη της, την όψη της τρελλάναν

ξενομανείς ασέλγειες, της φόρεσαν φενάκη

και τρίζουνε τα κόκκαλα του Χρίστου του Τσολάκη[19]

 

Μα τί να φταίνε τα παιδιά, εισήλθαν νέα ήθη

Μπούκαρε η τηλεόραση κι επέφερε τη λήθη

Παρουσιαστές ημιμαθείς αλλοίωσαν τη γλώσσα

Το life style, οι φελλοί και χίλια μύρια όσα

 

Αίτιον και αιτιατόν κι η κριτική της σκέψης

Χαθήκαν στη μετάφραση, υπάρχουν άλλες βλέψεις

Να κάνουν όλα τα παιδιά να είναι σπουδαγμένα

Με μιά καλή κατάρτιση, μα όχι μορφωμένα

 

Ωστόσο το Σχολείο μας, το Β’ το Αρρένων

Διαχρονικά εξήγαγε πληθώρα μορφωμένων

Από το ’14 του 20ου αιώνα,

Κάθε χρονιά εμφάνιζε την ίδια την εικόνα

 

Γράμματα έσπερνε άφθονα γιά να φυτρώνει γνώση

Που όποιος καλά την πότιζε, μπορούσε να εμπεδώσει

Τα εφόδια που απέκτησε, γιά όλη την ζωή του

Που τελικά ήταν αυτά, όλη η δύναμή του

 

Έβγαλε ονόματα βαρειά, της τέχνης κι επιστήμης

Τα έργα τους τυγχάνουνε πολύ μεγάλης φήμης

Ανδρόνικος[20], Βαφόπουλος[21] και Τάκης Βαρβιτσιώτης[22]

Βουτσάς[23] και Χριστιανόπουλος[24] και Σπύρου Παναγιώτης[25]

 

Και Καραγάτση[26] έβγαλε το κτίριο του Μητσάκη[27]

Που το ‘30 κτίστηκε κι ήταν σαν παλατάκι

Και μια τετράδα υπουργών, κυβέρνησαν την χώρα

Άλλοι καλοί, άλλοι κακοί, ας μην τα λέμε τώρα…

 

Παλίμψηστο είναι το Σχολειό, περγαμηνή αιώνια

Που ξύνανε επάνω της στα δύσκολα τα χρόνια

Εκατοντάδες μαθητές χαράξαν τη ζωή τους

Σε Κατοχές κι Εμφύλιους αφήσαν την κραυγή τους

 

Και συνεχίζουνε διαρκώς να ξύνουν κάθε χρόνο

Επάνω στο παλίμψηστο, χαρές, λύπες και πόνο

Φουρνιές-φουρνιές οι μαθητές που διαρκώς θηλάζουν

Απ’ της παιδείας τον μαστό και δεν εφησυχάζουν.

 

Θα μείνουν ανεξίτηλα της νιότης μας τα χρόνια

Και θα τα διηγούμαστε μέχρι και στα εγγόνια

Και την μαθητική ζωή, παρ’ όλα της τα ζόρια

Σαν άσμα θα την ψέλνουμε και με φωνή στεντόρεια

 

Άνθρωποι είναι οι μνήμες τους και συγκρατούνε μόνο

Τις ανεξίτηλες στιγμές που γράφτηκαν στο χρόνο

Και το Σχολειό μάς άφησε πολλά τέτοια σημάδια

Αλλά περνάνε δυστυχώς τα χρόνια τα ρημάδια

 

…………………………………………………………………….

 

Και κάτι μελαγχολικό, θέση του συγγραφέα

Αυτού του δήθεν ποιητή, που ‘χει μεγάλη ιδέα

Μια γενική θεώρηση, προσωπικές απόψεις

Μια που το κάθε νόμισμα, έχει και δύο όψεις

 

Παιδιά, εμείς πιά στα 68, πιάσαμε τα στασίδια

Ιδανικοί αυτόχειρες και μία από τα ίδια

Την ιστορία παίξαμε στα 5 δάχτυλά μας

Τη χώρα μας ενέχυρο την έβαλε η γενιά μας

 

Ενός λεπτού ας κρατήσουμε σιγή γιά τα πεσόντα

Τα όνειρα που θάψαμε, τζάμπα τόσα προσόντα

Υπερβολές από τη μιά, την άλλη μηδέν άγαν

Μερέψαμ’ όλα τα θεριά, αλλά οι κοριοί μας φάγαν

Την ομορφαίνουν τη ζωή μόνον οι ηττημένοι

Οι νικητές τυμβορυχούν τα πάντα οι καημένοι

Δεν ξέρουνε ότι στη ζωή μετράει το ταξίδι

Κι ώσπου να το αντιληφθούν, έχουνε φτάσει ήδη

 

Και δύο κουτσουλιές ζωής κάβα στην ιστορία

γιά πουρμπουάρ θ’ αφήσουμε θλιμμένη ραψωδία

Της μνήμης τα ρετάλια μας ταξίδι παρελθόντος

Με δανεικές τις προσευχές στα χείλη του παρόντος

 

Ριψάσπιδες δεν ήμασταν ωστόσο στη ζωή μας

Κι αμαχητί δεν πέφτουμε, μέχρι και την ταφή μας

Θα το παλέψουμε λοιπόν, μέχρι όσο πηγαίνει

Εξ άλλου μόνον η Ελλάς, ποτέ της δεν πεθαίνει

 

Δορυάλωτοι της μοίρας μας, με κεφαλήν ορθίαν

Ξιφήρεις θα διασχίσουμε τη λίμνη Αχερουσίαν

Τον Άδη θα παλέψουμε στα μαρμαρένια αλώνια

Κατά ριπάς αναπνοές πριν πάμε στα αιώνια

 

---------------------------------------------------------------

 

Ζήτω λοιπόν το Δεύτερο Αρρένων Σαλονίκης

Και γιά τα 50άχρονα, φωνές ουρανομήκεις

Και στου Σχολειού τα κτίρια, πέτρα να μη ραγίσει

Κι ολόκληρο το Στ’ να τα εκατοστήσει.

 

Κι αν κάποιος από μας περνά, έξω απ’ το Σχολείο

Ας το κοιτάξει τρυφερά, γιά μας είναι μνημείο

Είναι τοπόσημο ζωής, που γιά 6 χρονάκια

παρέλαβε μειράκια και έβγαλε αντράκια

 

---------------------------------------------------------------

 

Στο Θεατράκι μας λοιπόν, την 1η Δεκεμβρίου

Θα μαζευτεί το Στ’, στον χώρο του οποίου

Θ’ αναπολήσουμε στιγμές, που όλοι είχαμε ζήσει

Κι ένα χαμόγελο γλυκό, στα χείλη μας θ’ ανθίσει

 

 

Γιώργος Συνεφάκης[28]

Απόφοιτος του Στ’3/1969 του Β’ Αρρένων Θεσσαλονίκης,

ερασιτέχνης τε και ατάλαντος ψευδοστιχουργός.

 

Θεσσαλονίκη 2019



[1] Επικό ποίημα που αναφέρεται στη ζωή και τα κατορθώματα ονομαστού ήρωα ή ομάδας ηρώων.

[2] Αφιερωμένο στους αείμνηστους συμμαθητές του Στ’3/1969 Δημήτρη Τζάλλα, Παύλο Σίσκο, Ρούλη Ράδο, Σάββα Φλωρά, Ιακώβο Φαναριώτη και Σούλη Τσακιρίδη.

[3] Όπως μας προσφωνούσε ο φιλόλογός μας των πρώτων χρόνων Θωμάς Δούτσος.

[4] Ανδρέας Πετάνης, άκαμπτος Θεολόγος, που έγινε Επιθεωρητής επί χούντας σε ειδική προσωποπαγή θέση

[5] Χαράλαμπος Παπαδόπουλος, διάσημος Καθηγητής μας Γυμναστικής και παρελάσεων

[6] Θεοφάνης Πραπαβέσης, Καθηγητής Φιλόλογος, μας δίδασκε Λατινικά

[7] Δημήτριος Γεροθανάσης, Καθηγητής μας της Φυσικής, που συνελήφθη για τις ιδέες του από το καθεστώς το 1967-68 και επανήλθε το 1969

[8] Τριαντάφυλλος Παπαναούμ, Καθηγητής Φιλόλογος, μας δίδασκε Νέα Ελληνικά και Αγωγή του Πολίτου

[9] Αναστάσιος Λουτίδης, Καθηγητής Φιλόλογος, μας δίδασκε Λογική και Τραγωδίες

[10] Θωμάς Δούτσος Καθηγητής Φιλόλογος, μας δίδασκε Αρχαία στις μικρές τάξεις

[11] Ελευθέριος Λυκάκης, Καθηγητής Γυμναστικής των 3 πρώτων χρόνων

[12] Ζήσης Ζωγράφου, Καθηγητής μας της Χημείας

[13] Ιωάννης Ζωγράφος, διάσημος Καθηγητής μας των Μαθηματικών, που το 20 ήταν για τον Θεό και το 19 γι’ αυτόν

[14] Δημήτριος Σπύρου, Γυμνασιάρχης μας, όχι ιδιαίτερα αγαπητός (επί το κομψόν), με έφεση στις αποβολές, αλλά ιδιαίτερα κοινωνικός, διότι κατ’ απαίτησή του, κατόρθωσε να γνωρίσει όλους τους κηδεμόνες μας

[15] Ορέστης Ζαφάρας, Καθηγητής Φιλόλογος, μας δίδασκε Ιστορία

[16] Γεώργιος Λαπαβίτσας, Καθηγητής μας Φιλόλογος, ευγενέστατος, μας δίδασκε Ιστορία στα πρώτα έτη και ο μόνος που μας μιλούσε στον πληθυντικό.

[17] Αχιλλεύς Τζάρτζανος, διάσημος Φιλόλογος και Γλωσσολόγος (1873-1946), συγγραφέας της Γραμματικής και του Συντακτικού της Νέας ελληνικής γλώσσας στην απλή καθαρεύουσα, από το βιβλίο του οποίου την διδαχθήκαμε.

[18] Ζεύξις ή Ζεύξιππος (5ος-4ος αιώνας π.Χ.). Ένας από τους διασημότερους ζωγράφους της αρχαιότητας

[19] Χρίστος Τσολάκης, Μέγας παιδαγωγός (1935-2012). Καθηγητής της Νεοελληνικής Γλώσσας του Α.Π.Θ. Διετέλεσε Πρόεδρος του Ινστιτούτου Παιδαγωγικής Πολιτικής. Ίδρυσε το Μουσείο Εκπαίδευσης και Παιδείας στην Βέροια.

[20] Μανόλης Ανδρόνικος (1919-1992), Καθηγητής Α.Π.Θ., Αρχαιολόγος, ανακάλυψε τους Βασιλικούς Τάφους της Βεργίνας

[21] Γεώργιος Βαφόπουλος (1903-1996), ποιητής και λογοτέχνης

[22] Τάκης Βαρβιτσιώτης (1916-2011), ποιητής και λογοτέχνης

[23] Κώστας Βουτσάς (1931-   ), διάσημος ηθοποιός

[24] Ντίνος Χριστιανόπουλος (1931-…), ποιητής και λογοτέχνης

[25] Παναγιώτης Σπύρου, (1936-2012), διάσημος Καθηγητής Ιατρικής, Καρδιοχειρουργός.

[26] Μ. Καραγάτσης (1908-1960), ψευδώνυμο του Δημητρ. Ροδόπουλου. Πεζογράφος, από τους σημαντικότερους της γενιάς του ‘30

[27] Νικόλαος Μητσάκης (1899-1941), διάσημος αρχιτέκτονας του μεσοπολέμου, που σχεδίασε το Σχολείο μας και όλο το συγκρότημα Ικτίνου, Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου.

[28] Το Συνεφάκης με 1 ν, λόγω ανορθόγραφου ληξιάρχου του πατρός μου. Ο φιλόλογος Τριαντάφυλλος Παπαναούμ, μου προσέθετε συνεχώς με χιούμορ, 1 ν στην ετικέτα των τετραδίων μου, με κόκκινο στυλό.